Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

Προς τον αποπληθωρισμό και μέσω «λάιφσταϊλ»

«Όσο προοδεύεις οικονομικά, αλλά παράλληλα αυξάνεται και το εισόδημα των υπολοίπων, δεν νιώθεις πιο ευτυχισμένος». Αν υποθέσουμε ότι ισχύει το παραπάνω αξίωμα που περιγράφει αρκετά καλά την εξέλιξη της ελληνικής κοινωνίας τα τελευταία τριάντα χρόνια, τότε πιθανότατα θα ισχύει και το αντίστροφο:
«Αν μειωθούν τα εισοδήματά σου και ταυτόχρονα φτωχύνουν αναλογικά όλοι οι υπόλοιποι, δεν θα νιώσεις πιο δυστυχισμένος».
Δεν ξέρω αν ο Ντομινίκ Στρος-Καν είναι οπαδός τέτοιων σοφισμάτων, πάντως στην πρόσφατη επίσκεψή του στη χώρα μας υπέδειξε με σαφήνεια την «εσωτερική υποτίμηση» ως επόμενη στάση στον οδικό χάρτη της δημοσιονομικής εξυγίανσης. Οι μισθοί στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα έχουν ήδη πάρει την κατηφόρα. Απομένει η περαιτέρω μείωση στις τιμές αγαθών και υπηρεσιών για να ολοκληρωθεί η εξίσωση: Διαιρώντας τα προσωπικά έσοδα με τα έξοδά μας, το πηλίκο να παραμένει κατά το δυνατόν σταθερό, εφόσον ο ονομαστής και ο παρονομαστής μεταβάλλονται αναλογικά.
Οι μακροοικονομικές μου γνώσεις δεν επαρκούν για να υποστηρίξω αν η εσωτερική υποτίμηση θα «επανεκκινήσει» τελικά την Οικονομία, κάνοντας τα ελληνικά προϊόντα πιο ανταγωνιστικά και τις ξένες επενδύσεις πιο ελκυστικές. Πάντως, κερδίζοντας λιγότερα, νιώθω την ανάγκη να πιέσω για μειώσεις στις τιμές, ώστε και να ξοδεύω πιο λίγα. Αυτό που κάποτε διστάζαμε να κάνουμε για να μη μας πουν τσίπηδες, τώρα τείνει να γίνει πατριωτικό καθήκον. Έγινε μόδα το ακριβό, στην προσπάθειά μας να δείξουμε ότι έχουμε πολλά… Καιρός να γίνει της μόδας το value for money!
Συχνά σκέφτομαι ότι το «λάιφσταϊλ», με την ευρεία έννοια, έχει ξεχωριστή ευθύνη για την υπερτίμηση αγαθών και υπηρεσιών. Ακόμα και για το έλλειμμα στο εμπορικό ισοζύγιο (!), στο μέτρο που ενθάρρυνε τις εισαγωγές και παράλληλα «σνόμπαρε» την εγχώρια παραγωγή. Περιοδικά, εκπομπές και ανόητοι ευαγγελιστές του «ελληνικού ονείρου» ανέλαβαν να μυήσουν τον επαρχιώτη Ρωμιό στα καταναλωτικά πρότυπα της εσπερίας. Κι εκείνος, από σύνδρομο κατωτερότητας, ντράπηκε να διαμαρτυρηθεί γι’ αυτά που τον χρέωναν: Έτσι, ο εσπρέσο κοστολογήθηκε 2,5 €, ενώ ο ελληνικός παρέμεινε στο 1 (όσο τιμάται ο εσπρέσο εκτός Ελλάδας).
Ο πληθωρισμός στο «καλάθι του λάιφσταϊλ» δεν είναι κάτι καινούργιο. Συνέβαινε την εποχή που υπήρχαν ακόμη γαϊδούρια (τετράποδα) στη Μύκονο. Τα ρούχα στο Κολωνάκι και τα έπιπλα στην Κηφισιά πωλούνταν ανέκαθεν σε διπλάσιες τιμές από αυτές του εξωτερικού. Γιατί; Στοιχειώδες, αγαπητέ Γουότσον: Διότι μπορούσαν! Τα εστιατόρια της μόδας τιμολόγησαν εξ αρχής τα κρασιά τους σε τιμές υπερτριπλάσιες της –προσέξτε– λιανικής, διότι οι συνδαιτημόνες πλήρωναν ό,τι έγραφε ο λογαριασμός. Ενώ οι καλύτεροι πελάτες των μπουζουξίδικων επί χρόνια έδιναν πρόθυμα χιλιάδες ευρώ για να πετάξουν στα κεφάλια τους δισκάκια από φελιζόλ (!) με λουλούδια. Γιατί όχι; Αφού το χρήμα ήταν μαύρο.
Και το λάιφσταϊλ σιγοντάριζε. Αλήθεια, ποια παραίσθηση μεγαλείου έσπρωξε τα στελέχη του (νέα παιδιά στην πλειοψηφία τους) να υπερθεματίσουν στην πληθωριστική ντόλτσε βίτα; Γιατί οι πρεσβευτές του καλού γούστου και του εκλεπτυσμένου στυλ εισηγήθηκαν τόση αμετροέπεια; Θα πρέπει να το αποδώσουμε στην έλλειψη καλλιέργειας ατόμων που όχι μόνο δεν είχαν σχέση με την καλή ζωή, αλλά ούτε με καθαυτό το επάγγελμα της δημοσιογραφίας.
Όμως αυτά μοιάζουν ήδη μακρινά καθώς μπαίνουμε στο 2011. Όλοι συμφωνούν ότι θα είναι το annus miserabilis για την ελληνική Οικονομία. Το λιγότερο που οφείλει να κάνει το λάιφσταϊλ σινάφι είναι να υποστηρίξει τη σχέση ποιότητας-τιμής στην κατανάλωση, αλλά και όσα αυθεντικά, εγχώρια προϊόντα έχουν απομείνει.
Τις προάλλες μπήκα στο «πνεύμα των Χριστουγέννων», ψωνίζοντας νούμπουλο και συκομαΐδα Κερκύρας στην Ευριπίδου, αντί για προσούτο και πανετόνε στο Κολωνάκι. Πιάσαμε την κουβέντα με τον αλλαντοπώλη πίνοντας τσίπουρο (εφάμιλλο της καλύτερης γκράπα), ενώ ο γιος μου χάνονταν πίσω από τον πάγκο για  να τον κεράσουν παστράμι Δράμας και κασέρι Σοχού. Το ίδιο απόγευμα βρέθηκα σε υποκατάστημα ξένης αλυσίδας επίπλων στη Γλυφάδα. Ενώ περίμενα στο ταμείο, τσέκαρα, απ’ το i-Phone μου, τις τιμές του ίδιου μαγαζιού στη Γαλλία. Όταν ήρθε η σειρά μου, ζήτησα τον υπεύθυνο για να διαμαρτυρηθώ για την προκλητική διαφορά. Το αποτέλεσμα ήταν να πληρώσω τιμές Γαλλίας – και βέβαια με απόδειξη.
Σας προτρέπω να κάνετε το ίδιο. Οι μισθοί μειώνονται με μια άνωθεν απόφαση, οι τιμές όμως μειώνονται μέσα από τους νόμους της αγοράς. Και ένας παλιός νόμος της αγοράς το λέει καθαρά: Ο πελάτης έχει πάντα δίκιο.
Καλή και δημιουργική δεκαετία, από όλους εμάς στο STATUS!

Πηγή: http://www.status.gr/default.php?pname=StatusArticle&cat_id=14&art_id=219

Δεν υπάρχουν σχόλια: