Πέμπτη 16 Σεπτεμβρίου 2010

ΓΣΕΕ: 40 χρόνια πίσω η απασχόληση, στα επίπεδα του 2004 οι μισθοί

Της Ρούλας Σαλούρου
Για πρώτη φορά από το 1968, στη χώρα μας, μειώνεται η μόνιμη μισθωτή απασχόληση, ενώ από το 1991 είχε να μειωθεί και συνολικά, η μισθωτή απασχόληση. Στην ετήσια έκθεση ...
του Ινστιτούτου Εργασίας της ΓΣΕΕ που θα παρουσιαστεί σήμερα, διαπιστώνεται πως η μείωση της μισθωτής απασχόλησης οφείλεται στη μείωση των εργαζόμενων με μόνιμη σχέση εργασίας (αορίστου χρόνου) οι οποίοι μειώνονται για πρώτη φορά από το 1968 καθώς ο αριθμός των προσωρινά, μερικά και ευέλικτα απασχολούμενων αυξάνεται. Η Συνομοσπονδία, αφού περιγράφει με δραματικούς τόνους την κατάσταση στην ελληνική οικονομία, θεωρεί ως επείγουσα προτεραιότητα την αντιμετώπιση της διεθνούς οικονομικής κρίσης στην ελληνική οικονομία, μέσω ενός νέου μείγματος οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής, καθώς και τη δημιουργία συνθηκών δυναμικής προοπτικής της, με την εφαρμογή ενός νέου προτύπου οικονομικής και κοινωνικής ανάπτυξης. 

Στον αντίποδα, σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, τα μέτρα λιτότητας που εφαρμόζονται μέσω Μνημονίου, θα επιδεινώσουν τουλάχιστον το βιοτικό επίπεδο των μισθωτών και των συνταξιούχων κατά 30% την προσεχή τριετία και θα μειώσουν σημαντικά το επίπεδο ζήτησης και κατανάλωσης. 

Σύμφωνα με την έκθεση της ΓΣΕΕ, η απασχόληση στο δημόσιο τομέα της οικονομίας (1.005.000 άτομα) αναλογεί στο 12,2% του συνόλου των απασχολούμενων και στο 34,4% του συνόλου των μισθωτών. Επιπρόσθετα στο δημόσιο τομέα απασχολείται το 11% του συνολικού αριθμού των μερικώς απασχολούμενων και το 28% των προσωρινά απασχολούμενων (30.410 και 99.670 άτομα αντίστοιχα). Η Συνομοσπονδία επισημαίνει πως η μείωση που επήλθε στην απασχόληση της χώρας (2009) σε σχέση με τον προηγούμενο χρόνο (2008) κατά 50.215 άτομα, οφείλεται κατά τα 2/3 στη μείωση του ιδιωτικού τομέα της οικονομίας (33.515 άτομα, 66,8%). Επιπλέον, οι εξελίξεις αυτές της απασχόλησης, τόσο στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, όσο και στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας αναφέρονται στη μείωση θέσεων πλήρους απασχόλησης και αύξησης θέσεων μερικής απασχόλησης. 

Στην πολυσέλιδη έκθεση, μεταξύ άλλων, σημειώνεται πως το μέλλον για την απασχόληση εξακολουθεί να παραμένει δυσοίωνο, το κύριο βάρος της οικονομικής κρίσης και ύφεσης επωμίζεται η μισθωτή εργασία και η απασχόληση των συμβοηθούντων και μη αμειβόμενων μελών, ενώ οι μέσες πραγματικές αποδοχές ανά απασχολούμενο αναμένεται να μειωθούν το 2010 κατά 4,4%. 

Οι επιστήμονες του Ινστιτούτου της ΓΣΕΕ αναφέρουν πως η αύξηση των μέσων πραγματικών αποδοχών ανά απασχολούμενο μέχρι το 2009, είχε ως αποτέλεσμα την σύγκλιση των αμοιβών στην Ελλάδα έναντι του αντίστοιχου μέσου όρου της Ε.Ε.-15 κατά 0,7% ετησίως. Έτσι, από 70% την δεκαετία του 1990 έφθασε στο 82,5% κατά το 2009. Κατά το 2010 - 2011, η ανοδική πορεία της σύγκλισης των αποδοχών θα ανακοπεί και ο δείκτης αναμένεται να μειωθεί από το 82,5% του μέσου όρου της Ε.Ε.-15 στο 78%, οπισθοχωρώντας κατά μία πενταετία και φθάνοντας στο επίπεδο των ετών 2004 - 2007.

Οι μέσες ετήσιες αποδοχές του 2009 στην Ελλάδα ανέρχονταν σε 28.548 ευρώ έναντι 39.562 ευρώ κατά μέσο όρο στην Ε.Ε.-15. Μόνο σε τρεις χώρες (Κύπρο, Σλοβενία, Πορτογαλία) οι αποδοχές ήταν μικρότερες από ό,τι στην Ελλάδα. Οι διάμεσες ακαθάριστες μηνιαίες αποδοχές στον ιδιωτικό τομέα και τις επιχειρήσεις άνω των 10 ατόμων για τους εργαζόμενους που απασχολούνται με πλήρες ωράριο ανέρχονταν το 2009 σε 1.550 ευρώ. Έτσι, το 50% των πλήρως απασχολούμενων μισθωτών στην Ελλάδα αμείβονταν το 2009 με ακαθάριστες μηνιαίες αποδοχές μικρότερες των 1.550 ευρώ. Η αγοραστική δύναμη του μέσου ακαθάριστου μισθού στην Ελλάδα κατά το 2009 ανερχόταν στο 82,4% του μέσου όρου της Ε.Ε.-15. Η αντίστοιχη αγοραστική δύναμη στην Πορτογαλία ήταν 65,7% της Ε.Ε.-15, ενώ το επίπεδο της Ισπανίας ήταν 84,3% της Ε.Ε.-15.

Ο κατώτατος μηνιαίος μισθός συνεχίζει να υστερεί έναντι των κατώτατων μισθών των πλουσιότερων χωρών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης (στις οποίες ισχύει ο κατώτατος μισθός σε εθνικό επίπεδο) και ανέρχεται περίπου στο 60% του αντίστοιχου κατώτατου μισθού της πρώτης κατηγορίας χωρών (Αγγλία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Ιρλανδία και Λουξεμβούργο), ενώ βρίσκεται σε ευνοϊκότερη θέση έναντι του αντίστοιχου κατώτατου μισθού των χωρών της δεύτερης κατηγορίας χωρών (Πορτογαλία, Σλοβενία, Μάλτα, Ισπανία).

Όσον αφορά την παραγωγικότητα της εργασίας, στην Ελλάδα αυξήθηκε σημαντικά μετά το 1995 και μέχρι το 2009, είτε σε σχέση με άλλα μεγέθη της ελληνικής οικονομίας, είτε σε διεθνή σύγκριση. Υπολογισμένη ως ποσοστό του μέσου αντίστοιχου μεγέθους της Ε.Ε.-15 είχε προσεγγίσει το 95% κατά το 2009. Από το 2010 αρχίζει η διαδικασία απόκλισης της παραγωγικότητας της ελληνικής οικονομίας έναντι της αντίστοιχης των 15 κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης και ο δείκτης θα έχει υποχωρήσει στο τέλος της διετίας 2010 – 2011, σύμφωνα με τη Συνομοσπονδία, από το 95% στο 91%. Κατά την περίοδο 1995 - 2009 η σύγκλιση της παραγωγικότητας είχε ανέλθει σε 18 εκατοστιαίες μονάδες, ενώ η σύγκλιση των μέσων πραγματικών απο¬δοχών ανά απασχολούμενο είχε ανέλθει κατά 14 εκατοστιαίες μονάδες. Κατά την διετία 2010 - 2011 αναμένεται υποχώρηση κατά 4 εκατοστιαίες μονάδες της σύγκλισης της παραγωγικότητας της εργασίας και κατά 4,5 εκατοστιαίες μονάδες απόκλισης των μέσων πραγματικών αποδοχών. capital.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: